σκηνικοί

σκηνικοί
σκηνικός
of the stage
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αγώνας — Οι αρχαίοι ονόμαζαν στην αρχή α. τον τόπο συνάθροισης των πολιτών· αργότερα η λέξη κατέληξε να σημαίνει τον αθλητικό διαγωνισμό που γινόταν σε αυτό τον τόπο μπροστά στον λαό. Υπήρχαν α. διαφόρων ειδών και σε μερικές πόλεις τελούνταν ακόμα και… …   Dictionary of Greek

  • EXODIARIUS — apud Romanos dictus est, qui in fine dramatis Exodia canebat. De eo sic vet. Schol. Iuv. l. 1. Sat. 3. v. 175. Exodiarius apud vett. in fine ludorum intrabat, quod ridiculus foret, ut quidquid lacrimarum atque tristitiae coêgissent ex tragicis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • LUDII — olim non alii dicebantur, quam vero saltatores et histriones, qui et Ludiones, in Glossis Σαιυριςταὶ, Σκηνικοὶ; non a ludendo, ut placet viris doctis,s ed a Lydis, qui inter nationes saltationi bacchationique deditas: unde Ludius et Ludio, pro… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σκηνικός — ή, ό / σκηνικός, ή, όν, ΝΜΑ [σκηνή] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε σκηνή θεάτρου, θεατρικός («σκηνικό έργο» θεατρικό έργο, όπως είναι η τραγωδία και η κωμωδία) 2. φρ. «σκηνικοί αγώνες» (στην αρχαία Ρώμη) θεατρικές παραστάσεις συνδεδεμένες με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”